Το ιστορικό του ναού

                   

Λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος: «Ὁ ναὸς εἶναι θεμέλιο τῆς ἀρετῆς καὶ σχολεῖο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Πάτησε στὰ πρόθυρά του μόνο, ὁποιαδήποτε ὥρα, κι ἀμέσως θὰ ξεχάσεις τὶς καθημερινὲς φροντίδες. Πέρασε μέσα, καὶ μία αὔρα πνευματικὴ θὰ περικυκλώσει τὴν ψυχή σου. 

Αὐτὴ ἡ ἡσυχία προξενεῖ δέος καὶ διδάσκει τὴ χριστιανικὴ ζωὴ· ἀνορθώνει τὸ φρόνημα καὶ δὲν σὲ ἀφήνει νὰ θυμᾶσαι τὰ παρόντα· σὲ μεταφέρει ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό. Κι ἂν τόσο
μεγάλο εἶναι τὸ κέρδος ὅταν δὲν γίνεται λατρευτικὴ σύναξη, σκέψου, ὅταν τελεῖται ἡ Λειτουργία καὶ οἱ προφῆτες διδάσκουν, οἱ ἀπόστολοι κηρύσσουν τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Χριστὸς βρίσκεται ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, ὁ Θεὸς Πατέρας δέχεται τὴν τελούμενη θυσία, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χορηγεῖ τὴ δική Του ἀγαλλίαση, τότε λοιπόν, μὲ πόση ὠφέλεια πλημμυρισμένοι δὲν φεύγουν ἀπὸ τὸ ναὸ οἱ ἐκκλησιαζόμενοι;»

Ἔχοντας τέτοια ἐπίγνωση για τήν ἀναγκαιότητα τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, τό γένος μας, οἱ πατέρες μας, ἔχτισαν ναούς, παρεκκλήσια για τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Τέτοια πίστη, τέτοια ἀγαπή προς τον Θεό ἐνέπνευσε καί τους προγόνους μας καί ἔχτισαν αὐτόν τον μεγαλοπρεπή Ἱερό Ναό, πρός τιμήν
τοῦ ἐνδόξου Ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου τό 1910 καί τελῶντας τό 1920 τά ἐγκαίνιά του.


Ὁ τότε, Ὑπολοχαγός τοῦ Μηχανικοῦ τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ κ. Ἰωάννης Μπουρζουκίδης ἀνέλαβε τό ἀρχιτεκτονικό σχέδιο, μέ δωρεά τῶν ἀδελφῶν Παπαπέτρου, καί ὁ Ναός χτίστηκε σε θέση πού ὑπήρχε παλαιότερος δισυπόστατος Ναός, τῶν Ἁγίων Ἰωάννου τοῦ
Θεολόγου καί Τρύφωνος ἀπό τήν ἐποχή τῆς τουρκοκρατίας.

Ἀξίζει νά σημειωθεῖ, ὅτι τό καμπαναριό τοῦ παλαιοτέρου Ναοῦ εἶχε μείνει στή μνήμη τῶν παλαιοτέρων Φυτειωτῶν γιά τό ὕψος του καί τό μέγεθός του. Ἀπόδειξη αὐτοῦ, εἶναι
ὅτι μέ τά ὑλικά του, ἔγιναν τά θεμέλια τοῦ νέου Ἱεροῦ Ναοῦ βάθους 1,5 μέτρου.


Δύσκολη περίοδος, φτώχεια, στην ἁρχή ἑνός αἰῶνος πού στιγματίστηκε ἀπό τόσους πολέμους, πού ἐξόντωσαν τους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς.

Παρόλα αυτά, οἱ πατέρες μας ἀγαποῦσαν τον Θεό και δεν δίστασαν να προχωρήσουν στην δημιουργία αὐτοῦ  τοῦ Ναοῦ και γι’αύτό τους θυμόμαστε, καυχώμενοι γι’αὐτούς καί εὐχόμαστε «αἰωνία ἡ μνήμη τῶν μακαριών καί ἀειμνήστων κτιτόρων τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τούτου».


Ἡ πάροδος ὅμως τοῦ χρόνου καί οἱ φυσικές φθορές πού  ἐπῆλθαν στόν Ναό, ἀνάγκασαν τους υπευθυνουςνα προβοῦν, στην ἀνακαίνιση τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, γιατί κινδύνευε και ἡ σταθερότητα τοῦ ἴδιου τοῦ κτιρίου.


Οἱ ἐργασίες πού ἔγιναν, διήρκησαν σχεδόν δύο χρόνια, ὥστε νά ἀνακαινιστεῖ ἐκ βάθρων ὁ Ναός. Καθαιρέθηκαν τά ἐξωτερικά καί ἐσωτερικά σοβατίσματα καί ἀντικαταστάθηκαν με νέα ἀπό μπετόν, ἐνισχυμένα με πλέγματα καί σιδηροδοκούς. 

Ἐξωτερικά ὁ Ναός χρωματίστηκε. Ἔπειτα, συντηρήθηκε, ἀποκαταστάθηκε καί χρωματίστηκε τό τέμπλο καί στήν συνέχεια ἔγινε ἡ θεμελίωση καί ἡ ἐπίστρωση τοῦ δαπέδου. 



Βεβαίως υπάρχουν πολλές ἐργασίες νά να γίνουν ἀκόμη, ἀλλά θά γίνουν καί αὐτές ἀργότερα, με ὑπομονή καί με τήν χάρι τοῦ Θεοῦ.


Τέλος, αφιερώθηκαν οι δύο κόγχες τοῦ Ἱεροῦ Βήματος ὥς παρεκκλήσια, προς τιμήν τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος, πού ἀπό τήν Τουρκοκρατία ἦταν συμπολιοῦχος τοῦ χωριοῦ μας, καί τό δεύτερο στον μεγάλο πατέρα τοῦ σκλαβωμένου γένους μας, τόν Ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, ὁ
ὁποῖος πέρασε, κήρυξε καί ἐνίσχυσε καί τούς Φυτειῶτες.

     Φωτογραφίες από την πρόοδο των εργασιών στην εκκλησια του χωριου μας Εδω